Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Ποιήματα από 27 Ιούλη 2010 έως 27 Γενάρη 2011, 
46, όλα δοσμένα με τη σαρκαστική αλληγορία και μια καυστική ειρωνεία, άλλα φωνές κατά του βιασμού που υφίσταται καθημερινά ο λαός από τους αυτοαποκαλούμενους "Σωτήρες"  του, μα τα πιο πολλά γεννήματα μιας μεγάλης αγάπης που ήλθε από το μακρινό αλλά ποτέ λησμονημένο μα καλά κρυμμένο από συγγενείς και φίλους παρελθόν να αναστατώσει ευχάριστα ξανά τη ζωή μου, σαν το "βότσαλο στη λίμνη", την αξέχαστη κωμωδία του ελληνικού κινηματογράφου με το μεγάλο Βασίλη Λογοθετίδη και την ανυπέρβλητη Ίλυα Λιβυκού...

1. Τα μάτια

Στη μακρινή Ισπανία,
στο Κόκκινο Δάσος, στα 1348 μ.Χ..
Μάγος από χρόνια ζούσε, 
δίχως την Ιερά Εξέταση και τον παντογνώστη Πάπα
να τρέμει και κλειστό το στόμα να κρατά...
Μαύρη την πόλη και λαίμαργη
αρρώστια, εδώ και μέρες, αδειάζει!
Οι έφοροι, των ανθρώπων οι προστάτες και τ' αφεντικά,
προς στιγμήν παραμερίζοντας τις διχόνοιες και το φαγοπότι,
γονατιστοί εμπρός του ικέτευαν λυτρωμό...
Ψηλά τα μάτια του στον ουρανό ψάχνουν.
Τις φωλιές που φτιάχνουν τα πουλιά της αγάπης.
Άρπαξε το μάλλινό του πανωφόρι και βγήκε στο δρόμο.
Ήταν βράδυ Γενάρη και είχε κρύο...

Γ. Η. Ο. - 27 ΓΕΝΑΡΗ 2011, 10.15 πρωί, Ηράκλειο.

2. Ζ. Ζ. Ρουσσώ

Πασίχαρος με καλωσόρισε ο βιβλιοδέτης.
"Εσύ διαβάζεις πολύ, πολλά!", μου λέει.
"Θα εκτιμήσεις ένα βιβλίο π' από χρόνια μού ξέμεινε.
Κάποιου Ζαχαρία Ρούσου, ένα Συμβόλαιο..."
είπε και από το υπόγειο το φέρνει, να μου το χαρίσει...
Αχ, Ζαν Ζακ Ρουσσώ,
ακόμα και οι σελίδες των βιβλίων κιτρινίζουνε,
οι φωτογραφίες την αρχική τους χάνουνε λάμψη
ή μένουνε σφιχτομανταλωμένες
σ' ενός κινητού τηλεφώνου τη μνήμη
και κανείς δεν θυμάται
τι προηγήθηκε, έγινε, επακολούθησε
και δεν τον νοιάζει
να ξέρει ποιος, πού, πώς, πότε, γιατί...
Μολαταύτα,
όταν ξεφυλλίζεις παλαιά βιβλία και αλλοτινές φωτογραφίες βλέπεις,
το φτερούγισμα δεν μπορείς ν' αποτρέψεις της καρδιάς.
Φτερούγισμα παρατεταμένο,
όμοιο με κείνο, που νιώθεις
όταν μπροστά ή πίσω από τον φακό,
μπροστά σε μια λευκή κόλλα χαρτί
έχεις  ραντεβού με την αγάπη και την ευτυχία...

Γ. Η. Ο., ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 8 πρωί, 26-01-2011


3. Στην Πάρο

Δεν του 'φτασε
όση αθάνατη δόξα πήρε στο Μαραθώνα!
Λαχτάρησε ακόμα περισσότερη, ίσως και χρήμα...
Έτσι, με πλοία ανοίχτηκε στο Αιγαίο.
Και στην Πάρο,
ταφόπλακα μόνος του βάζει
στα όνειρα και στη ζωή του ο Κίμωνος Μιλτιάδης!

Γ. Η.Ο. - 25 Γενάρη 2011, 1.45 μεσημέρι, Ηράκλειο, για τους "άπληστους"


4. Χωρίς πρόβα...

Ιούλης του 1794, καυτός για το Παρίσι.
Kοίταξε τις πρώτες ηλιαχτίδες, σηκώθηκε από το κρεβάτι με τη βία.
Μολονότι, σήμερα, όταν θα πήγαινε στη δουλιά,
όλοι θα τον κοίταζαν με θαυμασμό, κάποιοι και με ζήλια.
Ήταν σημαντική μέρα για κείνον...
Έπρεπε να τα καταφέρει χωρίς να παρασυρθεί
από την καρδιά του ή το μισθό που θα του δίνανε.
Έπρεπε,
αν και δεν είχε, χτες βράδυ, κάνει καμία πρόβα
σαν τραγουδιστής, μουσικός, ηθοποιός ή δικηγόρος.
Στα χέρια του, εκεί, στην ανθρωποτρόφα γκιλοτίνα,
θα είχε το κεφάλι του τρομερότατου Ροβεσπιέρ!
Και μόλις θα τόκοβε, μαζύ του ίσως και θα περνούσε στην Ιστορία,
αν και κανείς έως τότε δεν ήξερε
τ' ονοματεπώνυμό του...

Γ. Η.Ο. - 25-01-2011, 10.30 π.μ., Ηράκλειο, στους "δήμιους"  της ζωής μας...


5. Μεγαλέξανδρος

"Περδίκκα, ό,τι μουδιάζει τα μέλη μου,
μαυρίζει την καρδιά μου
και παραλυεί το νου μου είναι μονάχα τούτο: 
Ο γιος μου δε θα παινεύεται για πατέρα,
πούχει τη ζωή του χάσει στου πολέμου τη ζέση,
μα στου πόνου το κλινάρι και της ανημπόριας!"
Αυτά 'ναι τα στερνά λόγια του Αλεξάνδρου,
που ως στρατάρχης Ελλήνων εκούρσεψε και διαγούμισε
όλη των Περσών τη χώρα, απ' άκρου εις άκρον,
αλλ'  από αρρώστια φθονερή
το θάνατο, στη Βαβυλώνα, βρήκε...

Γ. Η.Ο., 24-01-2011, 4 απόγεμα, Ηράκλειο


6. Να καταριέται

Ρίγη ξανακυρίεψαν, εκείνη την ημέρα, το κορμί της όλο!
Ο Αριστοφάνης, απ' τον πόνο της συγκινηθείς,
με τέχνη και τεχνική ζηλευτή περιέγραψε και στη σκηνή
έκρυψε πίσ' απ' της Λυσιστράτης
τα τεχνάσματα τα δολερά το μεγάλο της πόθο, 
η ειρήνη στους Έλληνες να ξαναρθεί....
Ήταν η τελευταία της  Ευρυνόμης χαρά,
αφότου οι Λακεδαιμόνιοι είχαν ματοκυλίσει το σπιτικό της,
χήρα μαυροντυμένη στα 20 της αφήνοντας την
να καταριέται ξίφη και δόρατα
κάθε ασύνετου αδελφοκτόνου...

Γ. Η.Ο. -24 Γενάρη 2011, Ηράκλειο-10.45 π.μ.


7. Αριστοτέλης

Πολύ τον πόνεσε, τον πίκρανε,
που ο Δάσκαλος, λίγο πριχού ξεψυχήσει, τα κλειδιά της Ακαδημίας
έδωσε στο Σπεύσιππο, τον ανεψιό του και όχι σ' εκείνον.
Απ' αύριο, ο οξύθυμος, φίλαυτος, κακότροπος, φιλήδονος, φιλάργυρος
γιος της Πωτώνης σχολάρχης μέγας θάταν μέσα στην Αθήνα...
Και σκουπίζοντας τα δάκρυα από τα μάτια,
εκείνος, ο γιος του Νικομάχου, ο Αριστοτέλης από τα Στάγιρα,
ο μειλίχιος, ο ήρεμος, ο καλός, ο άδολος, ο αδέκαστος,
ξαναθυμήθηκε τις λογομαχίες στα λαμπρά χρόνια της Ακαδημίας
με το σοφό του Δάσκαλο, τον Πλάτωνα,
και τη γεμάτη αγάπη υπόσχεσή του πως θα τον διαδεχτεί στη Σχολή...
Μα λέτε ο Σπεύσιππος να 'ταν που με φαρμακωμένα λόγια
έκανε το γηραιό θείο του γνώμη ν' αλλάξει
και να παραβλέψει τον άριστο μαθητή του, τον Σταγιρίτη,
αν και πάντοτε όλα του εκείνος τα θελήματα πρόσχαρος έκανε;
"Θάρρει και έρρωσο, Αριστοτέλη, πλήρης ο βίος εστίν χαρών τε και ευφροσύνης,
βρες τες και ζήσε τες μ' όλη σου την ψυχή,
όσα αγκάθια κι αν σ' εμποδίσουν και να σε ματώνουν θα ορέγονταν...",
μια φωνή σαν του Σωκράτους το δαιμόνιο τού ψέλλισε στοργικά!
Κι εκείνος χωρίς χάσιμο χρόνου και πειθήνια την υπακούει...

Γ. Η.Ο., 12.40 μ.μ., 23-01-2011, Ηράκλειο


8. Πρωταγόρας

"Πυθόδωρε, πόσο ανόητος είσαι και δειλός!
Τη δύναμη, που οι θνητοί,
από φόβο ή άγνοια, στους θεούς αποδίδουν
να ελέγχουν και να διαφεντέβουν όλα τ' ανθρώπινα,
τον πόνο και τη χαρά, τη σοφία και την αμυαλιά,
την αγάπη και την κακία, το σκοτάδι και το φως,
μη φοβάσαι να πιστέψεις πως οι ίδιοι
οι άνθρωποι βαθιά τους την έχουν σώψυχα...!
Παραμύθια οι θρύλοι για θεούς του Ολύμπου και ξωτικά,
ο άνθρωπος για το ιστιοφόρο της μοίρας του υφαίνει
ατός του τα πανιά και μόνος του βγαίνει στα πέλαγα,
μονάχος του αγαπιέται κι αγαπά,  ποθεί, πληγώνει και πληγώνεται,
βρίσκει, γνωρίζει, διδάσκεται, μαθαίνει ...
Γ'ι' αυτό, ό,τι κι αν μου 'κανες, δε σε κακίζω,
μονάχος σου έτσι απέδειξες τη δύναμη τ' ανθρώπου!"
Μ' αυτά τα λόγια, ο Πρωταγόρας αφήνει πίσω το λιμάνι του Πειραιά,
μια πικρή και βροχερή Κυριακή σαν αυτήν...
Οι Αθηναίοι είχαν πεισθεί από τη γραφή του Πυθόδωρου
και από το φόβο τους περισσότερο
μήπως διαταραχτούν η ήσυχη ζωή τους και η ραστώνη
και ο Ζευς φονικό κεραυνό στέλνοντας τούς κάψει.
Κι απαίτησαν από τον Αβδηρίτη σοφιστή
της αθεϊας τα κηρύγματα σε άλλη γη να πάει να διδάσκει...

Γ. Η.Ο. - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 23 Γενάρη 2011, 9.30 πρωί,
προς όσους δε θέλουν να διαταράζουν την ησυχία τους...


9. Όμηρος

Δεν πρέπει να 'τανε τυφλός μήτε κουφός
ο τραγουδιστής της Ιλιάδας και της Οδύσσειας,
ο Όμηρος!
Αλλιώς πώς τόσο ζωντανά και γιομάτα φως
περιγράφει κάθε στιγμή και κάθε χτυποκάρδι
των ανθρώπων,
κάθε ποτάμι και βουνό, κάθε δάσος και λουλούδι
που χαρίζουν αγάπη και ζωή άδολα στον καθένα μας;
Εάν, όμως, δεν έβλεπε και δεν άκουγε,
θα τσαλαπατούσε άκαρδος το άκακο μυρμήγκι,
θάπνιγε εγωλάτρης το γλυκύλαλο αηδόνι,
που βρέθηκαν κοντά του, οι μοναξιές τους για να κάνουνε παρέα...

Γ.Η.Ο. -2.30 Μεσημέρι, Ηράκλειο, 21 Γεν. 2011

  
10. Κρείττον

Κρείττον του λαλείν το σιγάν.
Πολλοί διαγκωνίζονταν οι πολυλογάδες λαοπλάνοι
στην  κατάμεστη Εκκλησία του Δήμου σήμερα,
ο Ευπείθης, ο Λαόμυθος, ο Αισχίων, ο Αρχέδημος και άλλοι.
Και ορέγονταν κι οι πολίτες τη χλαλοή του πολέμου,
μα και τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας ν'  αρπάξουν,
γιατί οι ρήτορες ως πλούσια και απάνεμα αγκυροβόλια τα περιέγραφαν
ως κίνητρα για μιαν νέα μακρινή από  τον Πειραιά εκστρατεία
και ευκαιρία να μην ψάξει κανείς περίεργος για καταχρήσεις στο δημόσιο ταμείο...
Κρείττον, λοιπόν, του λαλείν το σιγάν
κι ο Σωσθένης απεφάσισε απλώς τους δημαγωγούς
ν' ακούσει σιωπηλός και για το σπίτι του να κινήσει...
Θα 'ταν αλήθεια άδικο  ο, άλλοτε μα και ξανά, οικτρά πλανεμένος λαός
σ' αυτόν να ξεσπούσε, εάν μεγαλοφώνως τη διαφωνία του εξέφραζε
σε τούτους για την Αθήνα δύσκολους καιρούς...


Γ.Η.Ο. - 21-01-2011, 00.30 χαράματα, αφιερωμένο σ' όσους (θέλουν να) πλανεύουν τις καρδιές μας προς ίδιον όφελος...


11. Από σκυλιά

"Μεγάλος και τρανός θα γίνει ο γιος σου,
όλ' οι Αθηναίοι και οι Έλληνες θα μιλάνε αιώνια για κείνον!",
ερμήνευαν στο πέρας της σπλαχνοσκοπίας
τους οιωνούς οι σεμνομάντηδες...
Μα τους λόγους τους περήφανος και πασίχαρος
δεν τους άφησε ο Μνησαρχίδης να 'ποσώσουν,
μονάχα μεγάλο μπαξίσι τους έβαζε στις φούχτες!
Και έτσι , ποτέ δεν έμαθε
πως τ' αρτιγέννητο τούτο μωρό, ο γιος του,
ο Ευριπίδης, ο κατοπινός μεγάλος ποιητής,
τραγικό τέλος όχι στην αγαπημένη Αθήνα
από δαφνοστεφή γεράματα, μ' από λυσσασμένων σκυλιών
δαγκαματιές  στη μακρινή Πέλλα θάβρισκε...
Ως ξένος ανάμεσα σε ξένους, πιο ξένος
κι από σκυλιά, που μήτε το θέατρο ήξεραν μήτε τ'  αγαπούσαν...

Γ. Η.Ο. - 20-01-2011, 4 μμ, ΗΡΑΚΛΕΙΟ...


12. 
Δεν φοβήθηκε 
Λιονταριού ψυχή και αλεπούς ευστροφία,
προβάτου καρδιά και μυρμηγκιού ζήλος
διέκριναν παιδιόθεν το Λαόνικο.
Και το θέρος του 1071, τούτα ήταν που κοντά στο Ρωμανό
το Διογένη, το δεινό στρατηλάτη και ευκλεή αυτοκράτορα,
τον φέρανε,  με θέση ξέχωρη στους πιστούς στρατιώτες μέσα.
Μα σαν έμαθε πως ζύγωσαν οι Σελτζούκοι στο Μαντζικέρτ,
δεν φοβήθηκε το θάνατο που γοργοφτερούγιζε πια!
Θυμήθηκε το προβασκάνι που του 'χε χαρίσει
στην τελευταία τους αντάμωση στην Πόλη,
το πήρε στα χέρια και το φίλησε γλυκά
σαν να 'τανε τα χείλη της.
Και κρύβοντάς το βαθιά ο Λαόνικος μέσα στην αρματωσιά του,
δεν άφησε δάκρυ να φανεί, μα ρίχτηκε στη μάχη...

Γ. Η.Ο. , ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 20-01-2011, 8.20 πρωί


13. Στη Μυκάλη

Βούιζε όλ' η Αθήνα καθημερινά,
μα και η ίδια η Αγαρίστη δεν έχανε ευκαιρία να του το βροντοφωνάζει.
Από την οικογένειά τη δικιά της,
τους ένδοξους και πλούσιους Αλκμεωνίδες,
οφείλει την άνοδό του στην πολιτική και τ' όνομα το λαμπρό στην κοινωνία.
Ποιος ήξερε το δικό του σόι, των Βουζύγων;
Κι ο Ξάνθιππος όλα τα υπέμενε, του Αρίφρονα ο γιος,
τι πολύ κι αληθινά την αγαπούσε, δίχως αντάλλαγμα να περιμένει!
Μα το 479 π.Χ., στη Μυκάλη, στα χώματα της Ιωνίας,
στρατό των Αθηναίων οδηγώντας
και με τα πλούσια ψυχικά π' από καιρό μέσα του έκρυβε 'ποθέματα
περιφανή νίκη  ο Ξάνθιππος πετυχαίνει κατά των Μήδων
και στις ελπίδες τους να ξαναρθούν στην Ελλάδα ταφόπλακα θέτει.
Με χρυσά γράφοντας, πλέον, γράμματα το δικό του όνομα στην Ιστορία,
διαγράφοντας διαπαντός της Αγαρίστης τούς μύδρους...

Γ.Η.Ο. -  19-01-2011, ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 5.30 απόγευμα

  
14.  Εντολή

Την πιο σπoυδαία και πιο χρήσιμη εντολή
ο θεός στο Μωυσή δεν την έδωσε,
μήτε του παρήγγειλε στο δεκάλογο να τη συμπεριλάβει...
Για τον Ιώβ τον πολύαθλο τη φύλαγε:
"Να υπομένεις, να ελπίζεις,
ν'αγαπάς  και ν' αγωνίζεσαι!"

Γ. Η.Ο., 19-01-2011, Ηράκλειο, 12 μεσημέρι


15. Ιδανικός, ΙΙ

Βαρείς και πατροπαράδοτους όρκους,
με κάθε μεγαλοπρέπεια,
ενώπιον λαού, αυγούστας και αρίστων,
είχε δώσει στον Πατριάρχη υπέρ της Ορθοδοξίας,
των κανόνων και των αρχών της....
Κι ο λαός πανηγύριζε που θάχε αυτοκράτορα
της πίστης αταλάντευτο και άκαμπτο στύλο...
Μα πριν αλέκτορα λαλήσαι τρις,
την ορκοδοσία του καταπατά και στο στρατόπεδο των Μονοφυσιτών
τάσσεται, τι από χρόνια η καρδιά του για κείνους ακόμα χτυπούσε,
μολονότι ο λύκος γερνώντας ασπρομάλλιασε ή βασιλικά πορφυροστολίστηκε ...
Και κάποιος γέροντας μαθαίνοντας τα νέα είπε κουνώντας το κεφάλι:
"Τα δύο χρώματα των ματιών
του σεβαστού αυτοκράτορά μας, του Αναστασίου,
τόνα μαύρο και γαλανό τάλλο
απ' την αρχή μάς φανέρωναν ότι εμπιστοσύνη 
δεν έπρεπε να του δώκουμε, μα μεις τυφλοί μοιάζαμε!
Ιδανικός το δίχως άλλο ...
στις διχόνοιες του χριστεπώνυμου λαού και κλήρου είναι ..."
Ίσως, όμως, και τα χρόνια του υπερήλικος αυτοκράτορος
και ο πόθος  γυναικείας σαρκός και της άσκησης εξουσίας
να τον έστρεψαν τους σφιχτούς όρκους να καταπατήσει...
Ποιος ξέρει την αλήθεια;
Οι λαλίστατοι ιστορικοί σιωπηλοί παρέμειναν
και μας άφησαν στα σκότη της ημιμάθειας...
Γ.Η.Ο. - 18-01-2011, Ηράκλειο, 7 απόγευμα, στη Λίτσα, στο Γιάννη, στη Νατάσα...


16. Ιδανικός

Δεν ήταν λεβέντης, ορμητικός και ερωτικός 
σαν τον πρώτο της τον άντρα, τον τόσο πρόωρα χαμένο Ζήνωνα!
Μα καθώς ήταν αρεστός στη Σύγκλητο, στο στρατό
(ο Πατριάρχης τον έβαλε να ορκιστεί πίστη στην Ορθοδοξία,
αν και όλοι ξέρανε πως λοξοκοίταζε στους μονοφυσίτες ...) 
και απαιτήσεις για παιχνίδια έρωτος και αγάπης
στο κρεβάτι το συζυγικό δε θάχε, στα 63 του πια,
ιδανικός εκρίθη για την Αριάδνη σύντροφος και βασιλέας των Ρωμαίων.
Ούτως, ανηγορεύθη εν μέσω επευφημιών λαού και αρίστων
ο εκ Δυρραχίου του Ιλλυρικού σιλεντιάριος, Αναστάσιος!
Χωρίς κανέναν να πειράζει,
ίσως και να μην το 'χαν προσέξει
ή θεόπεμπτο να το θεώρησαν,
του νέου αυτοκράτορα πως τόνα μάτι ήταν μαύρο και τάλλο γαλανό! 

Γ. Η.Ο. - 18-01-2011, 3.30 μμ, Ηράκλειο


17. Σε Διάλειμμα

Σωρός επίσκοποι, πρεσβύτεροι και διάκονοι
από κάθε άκρο της χριστιανοσύνης
και ο ίδιος ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ, ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος,
είχαν προσέλθει στη Νίκαια, στα 325 μ.Χ.,
τα σύμβολα της πίστης των, του Λυτρωτή μας Ιησού Χριστού
τις διδαχές  και των αγίων Αποστόλων τις γραφές
να ερμηνέψουν  και ομόθυμα να προσδιορίσουν...
Και σ' ένα διάλειμμα της συνόδου,
ο Γεώργιος, διάκονος πολίχνης τινος πλησίον της Κνωσού,
χάριν παιδιάς στους ιεράρχες και στον Κωνσταντίνο απήγγειλε Σοφοκλή.
Έναν ύμνο του αρχαίου ημών τραγωδιογράφου επαρώδησε,
εκείνο το τραγούδι που βλογεί τον έρωτα και την αγάπη...
Κι όλοι όσοι είχαν απ' τη φλόγα του γιου της Αφροδίτης κατακαεί
πικρογελούσαν με πόσα δεινά στην καρδιά μας αυτός φέρνει
εάν κι όταν τύχει στα δίχτυα του εκούσιά μας να μας γραπώσει
σαν άδολα ποντίκια στων πονηρών γάτων τα δόκανα!
Πικρογελούσαν και επευφημούσαν τον Γεώργιο
για την ποιητική του τέχνη, ξεχνώντας για λίγο
του Αρείου τις διαφωνίες  και τα δικά τους παθήματα,
που 'χαν κρυφτεί επιμελώς κάτω από ράσα!

Γ. Η.Ο. -18-01-2011, 9.25 πρωί, Ηράκλειο


18. Το αίμα

Ξεχείλιζε το αίμα του Νικήρατου και του Λέοντος του Σαλαμινίου
και χοχλάζοντας κοκκινόβαφε τα εγχειρίδια των μίσθαρνων τών Τριάκοντα.
Κι οι Τύραννοι, μόλις το έμαθαν, γελούσαν
με το πιο πλατύ τους χαμόγελο οι φυρόμυαλοι
και πρώτος απ' όλους του Κάλλαισχρου ο γιος, ο Κριτίας...
Είχαν ξεφορτωθεί, νόμιζαν,  δύο από τους αντιπάλους τους, 
από τους λαοφιλείς, τους επικίντυνους για το καθεστώς ...
Δεν καταλάβαιναν, όμως, οι δύσμοιροι ότι  από το αίμα εκείνο
θα ποτιζόταν, θα γιγάντεβε το δεντρί της Δημοκρατίας
και γδικιωμού γοργοφανέρωτος οιωνός  θα γινόταν
για του Θρασύβουλου το ξίφος ...

Γ. Η. Ο-  17 Γενάρη 2011, 9.38 βράδυ, Ηράκλειο...


19. Ναπολέων

Ρώτησαν το Ναπολέοντα, το μέγα Βοναπάρτη,
μόλις πάτησε το πόδι του στην Αγία Ελένη,
τον ορισθέντα από τους Άγγλους
εφεξής τόπο ζωής για κείνον,
"Ναπολέων, σας αρέσει η νήσος;"
Και κείνος με μια δακρυσμένη  διαπεραστική ματιά όλο το νησί
θέλησε να μάθει, σαν να 'τανε περιηγητής κι όχι εξόριστος ...
Σαν δεν τα κατάφερε, γυρίζει και τους λέει:
"Όμορφο θα 'ταν,  αλήθεια, το 'ρημονήσι,
εάν εγώ τη Μόσχα δεν είχα να κουρσέψω ονειρευτεί
και στο Παρίσι τη ζωή μου να διάγω δεν πεθυμούσα!"

Γ. Η.Ο. - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 17-01-2011, 12 μεσημέρι


20. Θεμιστοκλής

Με πανουργία περισσή και πολυμήχανο νου,
Πέρσες και βαρβάρους παγίδεψε και κατανίκησε στη Σαλαμίνα.
Τον Ξέρξη, του Δαρείου τον αλαζόνα διάδοχο, το Μέγα Βασιλέα,
ένας Αθηναίος, αυτός, ο γιος του Νεοκλέους
ρεζίλεψε στα πέρατα της γης!
Και τα κατοπινά χρόνια, τον πανελλήνιο έπαινο
ως φιλόπατρις σωτήρ και ευεργέτης,
δάφνες και επευφημίες πανταχόθεν εισέπραττε δικαίως και κόμπαζε  ...
Παρά ταύτα, τον εγωισμό και την αρχομανία του
να τιθασέψει δεν μπόρεσε ο Θεμιστοκλής ,
μήπως και έτσι πετύχαινε
το δρόμο του εξοστρακισμού ποτέ ως προδότη και εξωμότη
 ο Αθηναϊκός δήμος να μην του δώσει,
απ' άλλους παρασυρμένος και εξίσου λαοπλάνους ...

Γ. Η. Ο. -  16/01/2011, 2.09 μεσημέρι,


21. Χαρίζουν


 Ξεκίνησες να κολυμπήσεις τον Αμαζόνιο.
Πικράθηκες, όταν αποδείχτηκε ρυάκι!
Πεθύμησες ν' αναρριχηθείς τα Ιμαλάια.
Πόνεσες, όταν αποδείχτηκαν γήλοφοι!
Κι όμως, να μην κλαις άλλο, μα να χαμογελάς
και τα νερά του Πηνειού για κολύμπι προσφέρονται
και οι κορφές του Ψηλορείτη για ορειβασία.
Και στο σώμα και στην ψυχή σου
υγεία, αγάπη και ευφροσύνη έμπραχτα χαρίζουν
αφειδώς και πιο πολύ
απ' όσο θα νόμιζες εκ πρώτης όψεως...

Γ. Η.Ο. - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 10.32 βράδυ, 15-01-2011


22. Ήλιος και δράκοντες

 Δε ζήτησα, εγωλάτρης και άθελά σου, κατακλυσμό
για να καταστρέψει τα σπαρτά σου, γεωργέ μου,
για να θαλασσοβουλιάξει το καράβι σου, ναύκληρέ μου,
για να πνίξει το κοπάδι σου, γιδοβοσκέ μου,
για να μην αφήσει τους μαθητές σου να 'ρθουν, δάσκαλέ μου,
για να γκρεμίσει τα χτίσματά σου, μάστορά μου...
Μονάχα τον ήλιο προσεύχουμαι
ο Θεός να πέμψει χωρίς φειδώ, απλόχερα
τόσο φωτεινό, λαμπερό, ζεστό
όσο τα φυλλοκάρδια μου μπορούν ν' αντέξουν και τα δικά σου θέλουν,
για να φυτρώσουν ανοιξιάτικα λουλούδια και φυτά,
για να ταξιδέβουν στα πελάγη χαρούμενα  τα πλοία,
για να βελάζουν ευτυχή τα γιδοπρόβατα,
για να γιομίζουν μαθητούδια γελαστά  τα σχολειά,
για να 'χουν όλοι σπιτικό την αγάπη να φωλιάζουν.... 
Ήλιο εζήτησα και δύναμη τους δράκοντες τους λαίμαργους,
κείνους  π' , από χρόνια, τις ψυχές και τις σάρκες μάς κατατρώγουν
κατάματα να ιδούμε, να πολεμήσουμε μαζύ και να νικήσουμε...!

Γ. Η. Ο. - 12/01/2011, Ηράκλειο, 8 μμ


23. Μάης 1453 

Τρελός θα λέγανε πως είναι ο Κωνσταντίνος,
ο τελευταίος των Παλαιολόγων
και των Ρωμαίων ο ρήγας,
εάν φόρους νέους και βαρείς, δυσβάσταγους ήθελε
τούτο το Μάη να φορτώσει
στις πλάτες του λαού της Βασιλεύουσας.
Του λαού, που 'βλεπε με  άφατο πόνο
τα τουρκικά ξίφη του Μωάμεθ
και το τέλος να σιμώνουν απειλητικά τα πατροπαράδοτα λάβαρα.
Κι ο Πάπας αγαπά τη μια άθεους και μάγους ν' αφορίζει,
την άλλη να διαγκωνίζεται στην αδιαφορία προς τη Ρωμιοσύνη
και στην κοσμική εξουσία με Φράγκους ηγεμόνες...
Έτσι, στις πολεμίστρες πρώτος γυρνοβολά
ο αυτοκράτωρ, ξάγρυπνος κι ακούραστος νυχθημερόν,
Ρωμαίους και μισθοφόρους επιβλέποντας και εμψυχώνοντας...
Υπερασπιστές, της Πόλης οι πρώτοι και των χρημάτων τους οι άλλοι,
τούτο το Μάη του 1453, αυτής εδώ, της τόσο δύσκολης,
μα τόσο ευωδιαστής και γεμάτης έρωτα άνοιξης...

Γ. Η.Ο. - 12-01-2011, 8.35 πρωί, Ηράκλειο

24. Η λύσσα

Θαλασσινό κολύμπι ελαχτάρησα μεσούντος θέρους.
Αν και το ημερολόγιο επέμενε
πως θέλει μέρες ο Γενάρης να μας αφήσει!
Ελαχτάρησα να βουτήξω σε γάργαρα και καθαρά νερά,
τα μαργαριτάρια και τα κοχύλια του βυθού να συλλέξω,
τα ψάρια, καθώς το 'να κυνηγά τ' άλλο, να παρακολουθώ.
Λαίμαργα και κομπορρήμονα κήτη να τριγυρνούν
και με τ' αχόρταγα τα δόντια τους να μ' αντικρίζουν σαν Ιωνά,
Θεέ μου, στο δρόμο μου μη στέλνεις...
Γιατί τόση μαθαίνω πως είναι η λύσσα τους
π' από λιοντάρια κι ανθρώπους
ανώτερα και πιο δυνατά για να φανούνε τάχα,
και την ψυχή σου και όχι μονάχα το σώμα ορέγονται να καταβροχθίσουν!

Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 10 ΓΕΝ. 2011, 11.05 πρωί


25. Στη βουνοκορφή

Δεν ήταν παμφάγος γύπας, μήτε κομπορρήμων αετός.
Δεν ήταν φίλεργο μυρμήγκι, μήτε αεικίνητη μέλισσα.
Τζίτζικας ήτανε, αοιδός και στιχοπλόκος,
τον προσπερνούσες εύκολα, εάν τον νου σου είχες  αε πλούτη ή αξιώματα.
Σε πανύψηλη βουνοκορφή , ένα πρωινό, σαν βρέθηκε,
τον κόσμο στα πόδια του εμπρός ατένιζε...
Και μικρή του εφάνη σαν κουκκίδα η πλάση όλη,
μικρά και εκείνα που τ' ανθρωποσμήνη διχάζουν,
όσα και την αγάπη καταλυούν και το μίσος φέρνουν...
Μα πριν ξεκινήσει νέο του τραγούδι,
το δακρυσμένο βλέμμα του προς τον ουρανό έστρεψε
κι από το θεό εζήτησε να του πάρει την πίκρα
και να μην αφήσει κανέναν αιμοδιψή ζηλόφθονο δράκοντα
να του κλέψει ό,τι μέχρι τότε του 'δινε δύναμη!
Κι ο θεός με αγάπη το παρακαλητό του ελέησε
και πνοή έσπευσε να του δώσει,
για να ψέλνει βλογημένος, ακούραστος,
διορθώνοντας κάθε εκ φύσεως αδυναμία του
και απ' όλους πλέον και πανταχόθεν ορατός
ύμνους του καλού, της ειρήνης και της σοφίας...

Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ, 8-1-2011, 8.25 μ.μ



26. Στην καρδιά

Ανήμερα τ' Άη Γιαννιού,
ήλιος ζεστός ξεπρόβαλε,
στα πόδια της Ακρόπολης σιμά
και στην καρδιά της Αγοράς...
Θαλπωρής και 'μψύχωσης αγκάλη
γυρέβοντας να δώσει, χωρίς φειδώ
σ' όσους για το φως αγωνίζονται, ακάματοι.
Γδικιωμού φλόγες και ψυχοφθόρα βέλη
ζητώντας απ' το θεό να πέμψει
σ' αυτούς που πουλούνε κι αγοράζουνε
την ευτυχία μας, στα σκοτάδια και ερήμην μας!
Ανήμερα τ'  Άη Γιαννιού,
ηλιόλουστο πρωινό του παγερού Γενάρη,
πολύς κόσμος πηγαινοέρχεται στο κέντρο της πόλης,
βιαστικός, αγχωμένος, έσωθεν και έξωθεν πιεσμένος...

Γ.Η.ΟΡΦΑΝΟΣ, 7-01-2011, ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ ΑΘΗΝΩΝ, 10.40 πρωί



27. Γοργόνα

Μια Γοργόνα, έμορφη, αεικίνητη και παιδιόθεν ναζιάρα,
στους παγωμένους και φουσκοκυματισμένους ωκεανούς
για αιώνες παιδευόταν, τριγυρνούσε ανήσυχη, ξάγρυπνη.
Και τους ναυτικούς με λαχτάρα, ποθοπλάνταγμα ρωτούσε:
"Ζει ο Μεγαλέξανδρος;"
Και μ' ηδύλαλα τραγούδια τούς ξεπλήρωνε κάθε καταφατική απάντηση!
Τ' αγαπημένο της αδέλφι τόσο πολύ αδημονούσε να ξανανταμώσει,
δεν ήθελε να πιστέψει πως εκεί στης Βαβυλώνας τα μακρινά τα μέρη
της Ολυμπιάδας και του Φιλίππου ο γιος,
ο δαμαστής λαών, βουνών και θαλασσών
εβλήθη υπό φιλίου δηλητηρίου ή εκάμφθη υπό ανιάτου τινός ασθενείας...
Χρόνια αργότερα, ένας αυτοχέδιος ποιητής
τα μάτια πάντοτε ανοιχτά και τα αφτιά διάπλατα
έχοντας, την πανέμορφη εκείνη Γοργόνα
μέσα στην ανεξέλεγκτη χλαλοή της στεριάς ψάχνει
να 'βρει, γλυκείς να του ψάλλει ύμνους για τη ζωή,
όχι  γι'  αυτή π' αναλώθηκε στο ψάξιμό της, μα για την εφεξής,
που η αγάπη της θάναι ο καλύτερος και άσβεστος
στυλοβάτης, ιχνηλάτης και φανοστάτης της...


Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ, 02 ΓΕΝ. 2011, 430 μμ


 28. Ταξίδι

Σηκώθηκε από το κρεββάτι.
Δεν είχε κοιμηθεί, αν και επί ώρες στριφογύριζε.
Άνοιξε την άδεια ντουλάπα.
Πήρε το κουστούμι. Καλής ποιότητας, αν και ξεφτισμένο πια.
Του το 'χαν κάνει δώρο,
όταν είχε πρωτοέρθει, για να φανεί η χαρά τους.
Αντηχούνε στα αφτιά του ακόμα και τώρα
τα γέλια τους και τα χαχανητά, οι επευφημίες,
την ώρα της προϋπαπαντής, της πρώτης αντάμωσης...
Κοιτάζεται, για μερικά λεπτά, βαθιά μέσα στον καθρέφτη.
Η γενειάδα του μέσα σε 12 μήνες είχε ασπρίσει πολύ.
Κι αν τα παιδιά αγαπούνε τους παππούδες,
οι μεγάλοι δε θέλουν τους γέρους, μήτε οι ίδιοι να γεράσουν...,
γιατί το γήρας ουκ έρχεται μόνον!
Παίρνει άδακρυς στα χέρια όχι βαλίτσα, μα σακκίδιο
που ετοιμάζει με ζήλο τις τελευταίες μέρες,
στοιβάζοντας όλα όσα, με ή χωρίς τη θέλησή του, φέτος, έγιναν στη ζωή μας.
Βγαίνει από το διαμέρισμα της πολυσάρδελης πολυκατοικίας.
Έξω, βρέχει, γιατί, αν και Δεκέμβρης, ξέχασε να χιονίσει και φέτος...
Κλείνει την πόρτα διακριτικά, χωρίς φανφάρες και φωνές.
Σιγοπατά περνώντας έξω από τα παρακείμενα διαμερίσματα!
Δε θέλει να τους ξυπνήσει, μέχρι αργά έβλεπαν ριάλιτυ στην τηλεόραση...
ή μήπως τους 1000 +1 τρόπους να εξέλθουν οι πολίτες της κρίσεως;
Ισιώνει μονάχα το ταλαντευόμενον ταμπελάκι που γράφει:
"Ο 2010 λείπει σε ταξίδι"...
Το "ανεπιστρεπτί" το ήξεραν από μέρες όλοι,
δε χρειαζόταν ούτε μελάνι, ούτε δάκρυ να το γράψει ...

Γ.Η.Ο. - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 29 ΔΕΚ. 2010, 8 πρωί


29. Στα ουράνια

Θεέ μου, τους δύσκολους καιρούς
του αβέβαιου μέλλοντος 
δύναμη Ηρακλή κι αντοχή Ιώβ
δίνε μου ν' αντιπαλεύω...
Και του Σισύφου το μαρτύριο
τα μέλη μου να μη γευτούν ποτέ,
μα χαρταετό στα ουράνια πετώντας ,
ενώ το αεράκι θα χαϊδεύει τη χαίτη του Σαμψών,  
σιμά σου να με φέρνουν,
αντάμα με της Άλκηστης την καρδιά ...

Γ. Η.Ο., 10 μ.μ. - 26-12-2010, ΗΡΑΚΛΕΙΟ



30. Για να ψάξεις

Από του ήλιου τις αχτίδες, μια
ξεχωρίζει και έρχεται να μας ζεστάνει.
Από τ' άστρα τ'  ουρανού, ένα
φωτίζει, από τ' άλλα χώρια, τον ανηφορικό δρόμο μας.
Σκάψιμο βαθύ, πολύχρονο, μ'  επιμονή και υπομονή
σε γεμάτο αγκαθιές χωράφι και πετρώδες υπέδαφος
απαιτείται κι αγόγγυστο,
για να ψάξεις μέσα στο ανθρωπολόι να βρεις,
χωρίς λαοπλάνοι να σε ξεστρατίζουν,
τη δικιά σου ηλιαχτίδα και το άστρο σου....
Ακόμα κι αν με τον Δον Κιχώτη οι άλλοι, οι πολλοί,
που να σε νιώσουν και να σε καταλάβουν δεν μπορούν,
σε παρομοιάζουν και γελούν, οι μωροί!

Γ. Η.Ο. - 22-12-2010, 4.05 μεσημέρι, Ηράκλειο


31. Μεσοπέλαγα

Σκοτείνιασε ο ουρανός.
Ο ήλιος κρύφτηκε.
Λυσσομανούν οι αγέρηδες.
Ταράζεται η θάλασσα.
Φουσκωμένα σπουν στην ακροθαλασσιά τα κύματα.
ΨΥΧΗ λέγεται η δίκωπος λέμβος
που θαλασσοδέρνεται μεσοπέλαγα.
Χωρίς πυξίδα ή φάρο.
Απάνεμο αγκυροβόλι γυρέβει.
Σωτηρία εκείνος και εκείνη, το διμελές πλήρωμα.
Και ξάφνου, ανέλπιστα παντελώς.
Φως διαχέεται στην πλάση.
Καταπαύουν οι αγέρηδες.
Γαληνεύει η θάλασσα και τα κυματάκια χαϊδεύουν τα πλευρά της λέμβου.
Στο βάθος, αχνοφέγγει φάρος ατρικύμιαστου λιμανιού...
Θαύμα; ποιος ξέρει; εάν αγαπάς και πιστεύεις, όλα γίνονται...
Και καταφτάνει ρυμουλκό
να συνδράμει την ΨΥΧΗ, εκείνον και εκείνη...
ρυμουλκό, ονόματι ΑΓΑΠΗ!

                            Γ. Η. Ο. 00.54 πρωί της 22 Δεκ. 2010, Ηράκλειο


32. Στην Αθήνα του 455 π.Χ.

 Της Ασπασίας τα κάλλη
δεν ήσαν μόνον ό,τι έθελξε τον Περικλή.
Τα σπινθηροβόλα μάτια, ο τρυφερός λαιμός,
το λυγερόκορμο σώμα, τα πλούσια μαλλιά
όλους τους Αθηναίους σαγήνευαν.
Και για έρωτες στην κόρη του Αξίοχου φλυαρούσαν...
Αθήνα του 455 π.Χ....
Μα ο πρωτότοκος του Ξανθίππου υιός
από τον σπινθήρα της ψυχής ξέχωρ'  απ' όλα,
που φλόγιζε τα μάτια της νεάνιδος μα οι πολλοί δεν μπόραγαν να διακρίνουν,
παρορμηθείς και σαγηνευθείς,
αγάπης ποθοπλάνταγμα ένιωσε....
Και με την 20ετή Μιλησία θέλησε να το μοιραστεί
το χτυποκάρδι τούτο, μιας αγάπης αληθινής, βαθιάς, άδολης.
Αγάπης, που πανύψηλους πύργους χτίζει,
απόκρημνα όρη τιθασέβει και φουσκωμένες θάλασσες δαμάζει!
Αγάπης, όμοιας με τον αυγερινό,
που τρυφερά, κάθε πρωί, την πλάση όλη αγκαλιάζει...!

Γ. Η.Ο. - 19 Δεκ. 2010, 7.38 Βράδυ, Ηράκλειο!

33. Δελτίον Καιρού,  Ερωτικόν IV

Σου είχα υποσχεθεί
ότι θα σ' αγαπώ πάντα,
 βρέξει και λιάσει!
Παίρνω το λόγο μου πίσω...
και τον συμπληρώνω!
Θα  σ' αγαπώ πάντα,
βρέξει και  λιάσει,
ακόμα και όταν , όπως τώρα, χιονίζει...!

Γ.Η.Ο. - 16/12/2010, 10.35 πρωί, Ηράκλειο Κρήτης


34. Ερωτικόν ΙΙΙ

 Του Δημοσθένους την ευγλωττία,
του Γανυμήδους την ομορφιά,
του Μίδα τα πλούτη,
του Ηρακλέους τη δύναμη,
του Θεμιστοκλέους την ευστροφία,
του Λεωνίδου τη γενναιότητα
ποτέ δεν ζήλεψα...
Και το γεμάτο δυσκολίες δρόμο,
τον ανηφορικό χαμογελώντας πήρα,
μακριά από τη γονική μου στέγη,
άλλοτε ξυπόλητος, άλλοτε γυμνός,
άλλοτε ηλιοκαμμένος, άλλοτε βρεγμένος από πλημμύρες.
Και σαν ξαναήβρα, μετ'  από χρόνια, την αγάπη,
κοντοστάθηκα, τσιμπήθηκα μην όλα ήταν όνειρο,
απατηλό και θα χανόταν, μόλις ο ήλιος  της χαραυγής θάφτανε.
Άπιστος Θωμάς
στάθηκα μπροστά της, την κοίταζα πατόκορφα,
έχασα τη λαλιά μου και δεν έλεγα να την πιστέψω...
Κι ορκίστηκα τότε στο θεό, που δύναμη και αισιοδοξία,
ελπίδα επί χρόνια και θάρρος μου 'δινε σε κάθε εμπόδιο...
Όρκο βαρύ έδωσα πως τούτη την αγάπη
ποτέ δε θα την πληγώσω... 

Γ. Η. Ο. - ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 9.39 βράδυ της 12/12/ 2010


35. Ερωτικόν ΙΙ

Για τους τυφλούς βακτηρία γίνεσαι
και στους δύσβατους δρόμους τούς οδηγείς.
Στους ασθενείς ως φάρμακο το σώμα
θεραπεύεις και την ψυχή γαληνεύεις.
Στους δίκαιους και στους τίμιους είσ ' η δύναμη
ν' αντιπαλέψουν το άδικο και την ατιμία.
Στους πολέμους, τους πολυαίματους των αλαζόνων
ασπίδα και θώρακας γίνεσαι για τα παλικάρια.
Στους σώφρονες, η κινητήρια δύναμη του νου
προς τις σκέψεις είσαι και τις αποφάσεις τις σωστές.
Στα κύματα των φουρτουνιασμένων θαλασσών
σε σωσίβιο μεταμορφώνεσαι για τους ναυαγούς.
Ίσκιος ξεκούρασης για τους πεζοπόρους
αγόγγυστα εσύ θα γίνεις
και ομπρέλα και αλεξικέραυνο ακόμα και στις ξαφνικές καταιγίδες.
Στους πεινασμένους και στους διψασμένους
νερό και ψωμί γίνεσαι να ζήσουν.
Βροχοστάλα και ηλιαχτίδα εσύ
στα φυτά, τα λουλούδια την ορμή να φανούν
και στα ζώα, από το μυρμήγκι έως τον ελέφαντα, ώθηση ζωής δίνεις...
Έμπνευση λογοτέχνη, ζωγράφου, μουσικού, γλύπτη, χορογράφου,
λάμψη τραγουδιστή και ηθοποιού είσαι και ευγλωττία ρήτορα!
Στους έφηβους και στη νεολαία, σαν ελπίδα
φουντώνεις μέσα τους ότι ο αυριανός ήλιος θα 'ναι ο πιο φωτεινός...
Και σαν τα χρόνια περάσουν, σαν διαβατήριο
τον παππού και τη γιαγιά στην περασμένη τους ζωή ταξιδεύεις...
Ω, Αγάπη, όποια μορφή κι αν πάρεις,
όλοι σ'  αγαπούν, γιατί τη ζωή μας ομορφαίνεις,
νόημα της δίνεις και σκοπό...

Γ. Η. Ο. -  8.33 βράδυ της 10ης Δεκεμβρίου 2010, Ηράκλειο


36. Οτε Διεκορεύθη....

Ελευθερία, Ειρήνη, Σοφία, Αγάπη,
Ελπίδα, Αρετή, Φιλία, Ωραιοζήλη,
Πανσέμνη, Λαοδίκη, Κλεοπάτρα, Ζωή...
όλες τους ωραίες, πανέμορφες κοπέλες,
καλλίγραμμες, ναζιάρες, μα και  συνετές,
μεστές από τις χάρες και τους χυμούς της ζωής,
καμάρι των γονιών τους και όλων στην πόλη μας...
Ώσπου, ένα πρωί, μισθοφόρων ξίφη για αίμα διψασμένα
και κορμιά πεινασμένα για σεξ στον τόπο μας καταφτάσανε!
Και απρόσκλητοι καθώς ήσαν και απαίδευτοι
και ανέραστοι και ανέντιμοι
τις κορασίδες βίασαν αχόρταγα,
ξέροντας πως θα μείνουν ατιμώρητοι...
Κι ούτε που νοιάστηκαν για το δάκρυ των γονέων και των πολιτών
και για το αίμα των παρθένων, που χείμαρρος θάτρεχε!
Αρεστοί μονάχα στον επίσης φημισμένο γυναικά,
ερασιχρήματο και καλοπληρωτή των υπηρεσιών τους ύπατο
θέλανε να φανούν!
Κι ότε διεκορεύθη και η εσχάτη κορασίς,
βράδυ ήτο αν και είχαν αρχίσει χαράματα,
στον πλάτανο της κεντρικής πλατείας κάθονταν
οι μισθοφόροι και σχεδίαζαν με τι φόρους υποτέλειας
να αιμορρουφήξουν και το λαό που ολημερίς τους κοίταζε
εμβρόντητος, ολότρομος, ανέκφραστος, αμίλητος
το μέλλον του να κατακρεουργούν χωρίς αιδώ,
κομπορρημονώντας περί των επιδόσεών τους!


Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ, 8.45 βράδυ της 08 Δεκ. 2010, Ηράκλειο


37. Περί υπάρξεως


 Υπάρχουν και οι φωτογραφίες.
Για να θυμίζουν στιγμές.
Υπάρχουν και τα τηλέφωνα.
Για να θυμίζουν φωνές.
Κι όμως υπάρχει και καρδιά,
για ν' αγαπά και ν' αγαπιέται,
ν' ατενίζει αισιόδοξα κάθε ανατολή ηλίου
και να μοιράζεται την ευφροσύνη των ηλιοβασιλεμάτων...
Καρδιά μυρμηγκιού, ανθρώπου, ελέφαντα...

Γ. Η. Ο. - 02 ΔΕΚ. 2010, Ηράκλειο, 9.20 πρωί


38. Γυμνός

Και
φτάνει μια εποχή που το Αλτζχάιμερ
έρχεται και σε ωθεί
να ξεχνάς, να μη θυμάσαι
φιλιά, χάδια και απορρίψεις,
δάκρυα μοναξιάς και γέλια αγάπης,
πληγώματα και χαρές,
λαθεμένες και σωστές κινήσεις
στη στημένη από άλλους νωρίτερα σκακιέρα,
μερόνυχτα, περασμένης ή αγέραστης, νιότης…
Μόνη σου παρηγοριά,
το ότι έρχεται άθελά σου…
αν και ζωή δεν είναι, θαρρώ, με λωτό εύπεπτο
να  ‘χεις από την καρδιά σβύσει τη ζωή σου
και γυμνός να πορεύεσαι
σε κεντρικές, πολυσύχναστες λεωφόρους…
              Γ. Η. Ο.,  Ηράκλειο Κρήτης, 02 Δεκ. 2010, 8 πρωί



39. Ποιητική

Ποίηση δεν είναι να βάζεις τις λέξεις
σε μια σειρά, παράταξης ή υποταγής.
Ποίηση δεν είναι να θες
με ομοιοκαταληξία εύηχη,
λέξεις σπάνιες και στιχοπλεξία φανταχτερή
να ευφραίνεις τον αναγνώστη.
Ποίηση είναι να λύνεις τα χαλινάρια
και τα σύγνεφα να παίζουν κρυφτό με τις ηλιακτίδες και το φεγγάρι,
και τα χιόνια και οι βροχές να 'ναι φίλοι πιστοί με τις βουνοκορφές,
και τ' άλογα να τρέχουν ανέμελα και με ορμή στα λιβάδια,
και τα κύματα ν' αγκαλιάζουν στοργικά τα βράχια στην ακροθαλασσιά,
και τα αγόρια και τα κορίτσια ν'  ανταλλάζουν βλέμματα
πίστης και εμπιστοσύνης, έρωτος και αγάπης
και στα μάτια τους η αιώνια ν' αντικαθρεφτίζεται ηδονή
γυμνή, χωρίς όλα όσα ρηχή θα την έκαναν,
εφήμερη να μοιάζει και να 'ναι...
Ποίηση είναι να φεύγεις για το χατίρι της αγάπης από το σπίτι σου
για το γύρο του κόσμου, αν και ξέρεις καλά
πόσο κουραστικό και ψυχοφθόρο
θα μπορούσε να ήταν, όσο πολύπειρος κι αν είσαι, ένα τέτοιο ταξίδι...
Ένα ταξίδι μακρινό που δε θα σ' ανταμείψει με μαργαριτάρια,
παρά μονάχα με ... αγάπη!
Έλα, γράψε και συ ένα τέτοιο ποίημα...
Μπορείς, και κανείς άλλος δε θα σε κρίνει...
παρά μονάχα η ίδια σου η καρδιά!
 Γ.Η.Ο. Ηράκλειο, 30 Νοε. 2010, 11.23 μ.μ.,
για ό,τι αγαπά ο καθένας ως εαυτόν!



40. Ερωτικόν Ι

Όταν πρωτοείδε το 'λιοφώς
να λάμπει και να ξεχωρίζει
εκείνο το μεσημέρι,
σκίρτησε , κόντεψε σε χίλια κομμάτια
να σπάσει του εφήβου η καρδιά...
Έρως;
Κι όταν μετ'  από χρόνια,
το ίδιο εκείνο 'λιοφώς,
που φώτιζε ήδη σ' όλη την οικουμένη,
ξαναβρέθηκε και ξανάλαμψε εμπρός του,
απόγεμα ήταν νωρίς,
η ραγισμένη καρδιά
του ανδρός πλέον
ες όλον επανασυνεκολλήθη...
Έρως!
Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ, 28 Νοε. 2010



41. Στο Κολοσσαίο


Πιο αιμοδιψής από τα λιοντάρια
ο λεοντόρουχος Αυτοκράτωρ στις εξέδρες του Κολοσσαίου,
μόλις έφεραν τα καινούρια λάφυρα από την Ελλάδα,
ζήτησε να τα προσκομίσουν με βιάση εμπρός του...
Δύο Έλληνες, ο Αλέξανδρος και ο Φιλοκλής,
ο ένας 20χρονος νέος κι ο άλλος ο 45χρονος πατέρας του,
δεν είχαν - ας όψεται η φετινή ανομβρία! -  βιος
να πουλήσουν και να ξεπληρώσουν στους δανειστές
τα δηνάρια που με δυσθεώρητο,
σε τούτον, της ακρίβειας τον καιρό, πήραν τόκο
για το αλέτρι, το υνί και τ΄ άλλα της γης εργαλεία,
τι έτσι νόμιζαν πως το μεροφάι τους θα 'ξασφάλιζαν! 
Και να, εκεί στο Κολοσσαίο, άοπλοι και γυμνοί,
μπροστά στους φιλοθεάμονες Ρωμαίους, σιμά στα πεινασμένα θηρία,
τους θεούς των Ελλήνων δε θάφτανε να παρακαλέσουν για την τύχη τους,
τη σοφή Αθηνά, τον παντοδύναμο Δία, την πανούργα Ήρα, το φωτοδότη Απόλλωνα!
Μα τώρα που ο ίδιος ο αυλόδουλος ανθύπατος της Ελλάδος,
μετά από των τοκολατρών δανειστών τις αστήριχτες καταγγελίες,
τους οδήγησε στη Ρώμη και κόντρα στα άγρια λιοντάρια,
μόνοι τους και όχι χάρη στην εύνοια του Αυτοκράτορα
θα πρέπει να βρουν βαθιά μέσα τους ... δύναμη
ψυχική και σωματική
το επικείμενο κακό για ν'  αποφύγουν και να ζήσουν,
χωρίς στους τοκογλύφους τίποτα να πληρώσουν... 
Γ.Η.Ο., 17-11-2010, ΗΡΑΚΛΕΙΟ,  9 μμ


 42. Κυριακάτικο απόγεμα

Ο Κάρολος με κοιτά κατάματα και χαμογελά όλος πίκρα...
Το πρωί, ξυπνώντας, γεμάτος κέφι, ξεκίνησα να διαβάζω  το "Μανιφέστο",
μα σαν ήλθε απόγεμα, ο έξω κόσμος με προ(σ)καλούσε
να ιδώ πώς η γλώσσα των κρατούντων πλανεύτρα,
από τα χρόνια του Κλέωνος και του Αλκιβιάδου,
την ψυχή του λαού διαστρέφει και αλλού στρέφει!
Αντί τα τριαντάφυλλα τα ευωδιαστά με λατρεία ν'  αγαπά,
την Ιστορία με δίψα να μαθαίνει, την Οικονομία μ' εγκράτεια να διαχειρίζεται,
το Δίκαιο να προασπίζει με πάθος, με τη Μουσική να γαληνεύει,
και στον έρωτα και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια
πρωτιά να δώσει και τον ιδρώτα των γειτόνων και  των προπατόρων να τιμά,
όλα σε παζάρι, όσο - όσο, και σε δημοπρατήριο την ωθούν να τα ξεπουλήσει,
κυνηγώντας το εύκολο, έκνομο και εφήμερο κέρδος...
Και απέμεινα, εκεί, στο παραθύρι, να ψάχνω σαν παιδί
πίσω από τις πολυκατοικίες της πολύβουης μεγαλούπολης,
εκείνες που τους τριανταφυλλόκηπους άσπλαχνα κατάπιαν,
την καθαρή, ολογάλανη θάλασσα του καλοκαιριού
που θα με φέρει πάλι έως την αγκαλιά της,
ν' αναζητώ στον ουρανό εκείνην τη νεροποντή
που θα καταστρέψει εν τη γενέσει τους τα σχέδια των εμπρηστών οικοπεδοφάγων!
Μα τα γέλια του Ιουστινιανού πιο βροντερά από του Καρόλου:
"Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν!"
Γ. Η.Ο., 12-09-2010, Ηράκλειο, 7.01 μμ


43. Στον κήπο

Στο κοτέτσι, τα κοκόρια φωνασκούν και ερίζουν
ποιο επί των ορνίθων θα 'χει επιρροή και κυριαρχικά δικαιώματα...
Στην αυλή, σεργιαννίζουν γάτες και σκύλοι,
λοξοκοιτώντας οι μεν τις δε, φίλοι δε γίνονται οι εχθροί...
Οι λαλίστατες πάπιες στη γωνιά, σχολιάζουν τον κύκνο
το μακρολαίμη που ξεχωρίζει στα νερά της τεχνητής λιμνούλας...
Οι λεμονιές και οι πορτοκαλιές,
γλυκόξινα πρωτοξάδελφα και σύμμαχοι στον αγώνα κατά των ζιζανίων,
απλόχερα δίνουν τους καρπούς τους σε όποιον τείνει το χέρι...
Τριανταφυλλιές και γαρυφαλλιές χρώμα γεμίζουν τον κήπο,
το γιασεμί και τα ζουμπούλια άρωμα του δίνουν...
Σσσσσσσσσ! Μια αλεπού,
περνώντας από την ξεχασμένη ορθάνοιχτη αυλόπορτα, κατέφτασε!
Και γρήγορα, θα ακούσουμε τι την έφερε εδώ
και θα μάθουμε αν και πώς θα το πετύχει...
 Γ. Η. ΟΡΦΑΝΟΣ - λα Τρυγητη βι, Ηράκλειο, 9 π.μ.,
για όσους ζουν (ακόμα) στο μικρόκοσμό τους...


44. Εάν

Διαβάζοντας Ιστορία,
ο νους μου πλάθει ιστορίες:
πώς θα ήταν ο κόσμος,
εάν η αγάπη υποσκέλιζε πάντα το μίσος,
εάν η τιμιότητα δάμαζε πάντα τον πλούτο,
εάν η σύνεση τιθάσεβε πάντα την ανοησία,
εάν το εμείς κυριαρχούσε στο εγώ,
εάν η αλήθεια υπέτασσε πάντα το ψέμα,
εάν οι θεοί ζούσαν χωρίς μεσολαβητές μέσα στην καρδιά των ανθρώπων,
εάν δεν υπήρχαν αφεντικά και δούλοι,
εάν για το ΙΚΑ, την Εφορία, τη ΔΕΗ, τις τηλεφωνικές εταιρείες δεν ήμασταν νούμερα,
εάν για τους γείτονες ήμασταν ο Μανόλης, ο Γιώργος, η Ελένη,
εάν οι τράπεζες δεν δάνειζαν με αντάλλαγμα το αίμα και τον ιδρώτα μας,
εάν δεν υπήρχαν λιμοί και λοιμοί,
εάν δεν υπήρχαν ζιζάνια και παράσιτα,
εάν δεν υπήρχαν φιλόσοφοι, μουσικοί, δάσκαλοι, συγγραφείς και ποιητές,
εάν οι αποκαλούμενοι άνθρωποι πίστευαν περισσότερο στον εαυτό τους
και δεν ματοκυλιζόντουσαν δι' ασήμαντον αφορμήν...
Διαβάζοντας Ιστορία,
η ψυχή μου κατάλαβε πως δίχως ελπίδα και αγώνα
ό,τι κι αν κάνεις, η ζωή μοιάζει με έλος χωρίς τέλος
και ο θάνατος πάντα σε μια γωνιά ύπουλος καραδοκεί
παρέα με τα επί γης σκουλίκια
που όσο ζεις σου στήνουν δόκανα...
Γ. Η. Ο., 27 -08-2010, Ηράκλειο, 9.25 μμ

45. ΣΤΟ ΚΑΖΙΝΟ

 Τριαντάφυλλο κόκκινο!
Κόκκινο του αίματος, της φωτιάς
της ανταρσίας, του θρύλου...
Τριαντάφυλλο της αγάπης,
του έρωτα, της ζωής...
Τσόχα καζίνου η ζωή,
στο 31, τυχερό παίγνιο το λέει ο νόμος,
βρίσκομαι στο 30, δε σκέφτομαι καθόλου, δε φοβάμαι τίποτα.
Τραβώ το επόμενο φύλλο μεμιάς!
Μόνος, εγώ αναλαμβάνω το ρίσκο...
Είσαι συ, φορώντας κόκκινο τριαντάφυλλο στην καρδιά...
Παραμερίζω τα αγκάθια, ανοίγω την αγκαλιά μου για σένα μόνο...
Καλώς ήρθες, και ό,τι θέλει ας φέρει
η ζωή μας, αίμα, έρωτα, ανταρσία και φωτιά!

   Γ. Η. Ο., Ηράκλειο κ-κα Τρυγητή βι, 1.15 χαράματα

46.  Κρίκοι...

Του ήλιου τα σημερινά χτυποκάρδια
δε μοιάζουν με τα χτεσινά...
Θα 'ναι πιο δυνατά, μα και πιο αδύνατα
από κείνα που αύριο, στην χαραυγή, θα ξεπροβάλουν
και τα ρυάκια ενθαρρύνουν χείμαρροι
να γενούν και τους γήλοφους βουνά,
μα και τα παιδιά ΑΝΘΡΩΠΟΙ!
Και αφού τις παγίδες των χρυσοθήρων
σου δείξουν πώς ν' αποφεύγεις,
τις αλλοτινές λαβωματιές με στοργή θα σου κλείσουν!
Στοργή κι αγάπη, δυο κρίκοι της ίδιας αλυσίδας,
η μια βοηθά τους ανθρώπους γονείς σοφοί να γίνουν
και η άλλη στη γη και στον ουρανό αγκαλιασμένοι να ταξιδέβουν!

Γ. Η. Ο.,  27 – 07 – 2010, 11.12 π.μ., Ηράκλειο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου